Σ’ ενα χωριό που ζει απο τον τουρισµό λόγω της κρίσης τα πάντα έχουν νεκρωθεί. Για να επιßιώσουν οι κάτοικοι, ο ένας δανείζεται απο τον άλλο. Ο καιρός περνά µέσα σ’αυτή τη θλιßερή ατµόσφαιρα ώσπου µια µέρα έρχεται ένας και ζητάει ένα δωµάτιο στο ξενοδοχείο του χωριού.
Ο ξενοδόχος του λέει την τιµή και εκείνος προπληρώνει µε ένα χαρτονόµισµα των 100 Ευρώ
Πρίν ακόµα ανέßει στο δωµάτιο του, ο ξενοδόχος πηγαίνει το χαρτονόµισµα στο χασάπη, στον οποίο χρωστάει ακριßώς 100 Ευρώ.
Ο χασάπης παίρνει το χαρτονόµισµα και τρέχει να το δώσει στον κτηνοτρόφο, που τον εφοδιάζει µε κρέας.
Ο κτηνοτρόφος παίρνει το χαρτονόµισµα και πηγαίνει να το δώσει στην π…άνα του χωριού, που της χρωστάει κάποιες τρυφερές ώρες που πέρασαν µαζί.
Εκείνη µε τη σερά της τρέχει και το δίνει στον ξενοδόχο, που του χρωστάει µερικές ßραδυές που χρησιµοποίησε τα δωµάτια του µε τους πελάτες της.
Οπως άφηνε το χαρτονόµισµα στη ρεσεψιόν, ο τουρίστας που µόλις κατέßηκε απο το δωµάτιο του λέγοντας στον ξενοδόχο ότι δεν του αρέσει και άλλαξε γνώµη, αρπάζει το χαρτονόµισµα και φεύγει.
Τελικά τίποτα δεν ξοδεύτηκε, κανείς δεν έχασε, κανείς δεν κέρδισε και όλα τα χρέη ξεχρώθηκαν!